Αναβάλλω στα τούρκικα

Μετάφραση: αναβάλλω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ertelemek, ahır, durak, kabini, stall, Sıkışma
Αναβάλλω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναβάλλω

αναβάλλω προταση, αναβάλλω αρχικοι χρονοι, αναβάλλω ή αναβάλω, αναβάλλω συνωνυμα, αναβάλλω παρατατικός, αναβάλλω λεξικό γλώσσας τούρκικα, αναβάλλω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αναίσχυντα στα τούρκικα - utanmadan, utanmazca, pervasızca, shamelessly
  • αναβάθμιση στα τούρκικα - yükseltmek, yükseltme, güncelleme, yükseltmesi, bir yükseltme
  • αναβάτης στα τούρκικα - binici, yolcu, süvari, jokey, jockey, bir jokey, jokeyi
  • αναβίωση στα τούρκικα - canlanma, canlanması, canlanmanın, bir canlanma, canlandırılması
Τυχαίες λέξεις
Αναβάλλω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: ertelemek, ahır, durak, kabini, stall, Sıkışma