Αναβλύζω στα τούρκικα

Μετάφραση: αναβλύζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
pınar, çeşme, kaynak, güzel, iyi, coşma, taşkınlık, gush, fışkırma, fışkırmak
Αναβλύζω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναβλύζω

αναβλύζω λεξικό, αναβλύζω αοριστος, αναβλύζω συνώνυμο, αναβλύζω συνώνυμα, αναβλύζω βικιλεξικο, αναβλύζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, αναβλύζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αναβαθμίζω στα τούρκικα - yükseltmek, yükseltme, güncelleme, yükseltmesi, bir yükseltme
  • αναβιώνω στα τούρκικα - canlandırmak, canlandırmaya, yeniden canlandırmak, canlandırma, ihya
  • αναβολή στα τούρκικα - erteleme, ertelenmesi, tecil, ertelemenin, ertelemesi
  • αναβοσβήνω στα τούρκικα - kırpmak, yanıp, yanıp sönmeye, yanıp söner, yanıp sönüyor
Τυχαίες λέξεις
Αναβλύζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: pınar, çeşme, kaynak, güzel, iyi, coşma, taşkınlık, gush, fışkırma, fışkırmak