Αστυφύλακας στα τούρκικα

Μετάφραση: αστυφύλακας, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
polis memuru, constable, Memur, constable ve, Constable'ın
Αστυφύλακας στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αστυφύλακας

μυστικός αστυφύλακας, αστυφύλακας αυτοκτόνησε, αστυφύλακας μισθός, αστυφύλακας γιάννης βαρύς, αστυφύλακασ α υ, αστυφύλακας λεξικό γλώσσας τούρκικα, αστυφύλακας στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αστυνομεύω στα τούρκικα - zabıta, polislik, Polis, Destekli Polislik, polisliği, polisliğin
  • αστυνόμος στα τούρκικα - mareşal, marshal, şerif, mareşali, marşal
  • αστός στα τούρκικα - hemşehri, Townsman, şehirli, Hemşehrim
  • ασυδοσία στα τούρκικα - dokunulmazlık, bağışıklık, immünite, bağışıklığı, dokunulmazlığı
Τυχαίες λέξεις
Αστυφύλακας στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: polis memuru, constable, Memur, constable ve, Constable'ın