Ασύστολος στα τούρκικα

Μετάφραση: ασύστολος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yüzsüz, küstah, arsız, utanmaz, acımasız, Ruthless, acımasız bir, acımasızca, amansız
Ασύστολος στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασύστολος

ασύστολοσ συνώνυμο, ασύστολος λεξικό γλώσσας τούρκικα, ασύστολος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ασύρματο στα τούρκικα - telsiz, kablosuz, Wireless, kablosuz iletişim
  • ασύστολα στα τούρκικα - utanmadan, utanmazca, pervasızca, shamelessly
  • ατάραχος στα τούρκικα - duygusuz, sakin, sessiz, rahat, durgun, soğukkanlı, pertürbe edilmemis, ...
  • ατάσθαλος στα τούρκικα - düzensizlik, düzensizliği, usulsüzlük, bir düzensizlik, düzensizliğin
Τυχαίες λέξεις
Ασύστολος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yüzsüz, küstah, arsız, utanmaz, acımasız, Ruthless, acımasız bir, acımasızca, amansız