Γυαλίζω στα τούρκικα
Μετάφραση: γυαλίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
lehçe, Polonya, cilası, cila, Polonyalı
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γυαλίζω
γυαλίζω ασημικά, γυαλίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, γυαλίζω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- γυαλάδα στα τούρκικα - parlaklık, yorumlamak, cila, örtbas etmek, dipnot, dipnot düşmek
- γυαλί στα τούρκικα - cam, bardak, ayna, camı, bir cam
- γυαλιά στα τούρκικα - gözlük, camlar, gözlükleri, gözlükler, camları
- γυαλιστερός στα τούρκικα - ipekli, spangly, pullu
Τυχαίες λέξεις
Γυαλίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: lehçe, Polonya, cilası, cila, Polonyalı
Μεταφράσεις: lehçe, Polonya, cilası, cila, Polonyalı