Δίνω στα τούρκικα

Μετάφραση: δίνω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
el, sunmak, vermek, verin, elde, verecek, verir
Δίνω στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δίνω

δίνω λαβή, δίνω συνώνυμα, δίνω το παρόν μου, δίνω το παρόν, δίνω κλίση, δίνω λεξικό γλώσσας τούρκικα, δίνω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • δίλημμα στα τούρκικα - ikilem, ikilemi, bir ikilem, dilemma
  • δίνη στα τούρκικα - girdap, burgaç, vorteks, vortex, girdabı, vorteksleyin
  • δίοδος στα τούρκικα - geçit, geçiş, pasaj, geçişi, kanalı
  • δίπλα στα τούρκικα - yanında, yanındaki, yanına, yanı sıra, hemen yanında
Τυχαίες λέξεις
Δίνω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: el, sunmak, vermek, verin, elde, verecek, verir