Δασμολόγιο στα τούρκικα

Μετάφραση: δασμολόγιο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tarife, tarifesi, gümrük, bir tarife
Δασμολόγιο στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δασμολόγιο

ελληνικό δασμολόγιο, δασμολόγιο 2014, δασμολόγιο 2012, κοινοτικό δασμολόγιο, δασμολόγιο 2013, δασμολόγιο λεξικό γλώσσας τούρκικα, δασμολόγιο στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • δασκάλα στα τούρκικα - öğretmen, öğretmeni, öğretmenlik, öğretmenin
  • δασμοί στα τούρκικα - ödev, yüküm, görev, borç, görevleri, vergileri, görevler, ...
  • δασοκομία στα τούρκικα - ormancılık, ormancılığın, Orman, Ormancilik, Forestry
  • δασολογία στα τούρκικα - ormancılık, ormancılığın, Orman, Ormancilik, Forestry
Τυχαίες λέξεις
Δασμολόγιο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: tarife, tarifesi, gümrük, bir tarife