Διαγωνιζόμενος στα τούρκικα
Μετάφραση: διαγωνιζόμενος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
rakip, yarışmacı, müsabık, yarışmacımız, yarışmacıya, bir yarışmacı
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαγωνιζόμενος
διαγωνιζόμενος λεξικό γλώσσας τούρκικα, διαγωνιζόμενος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- διαγωγή στα τούρκικα - tavır, davranış, davranım, yürütülmesi, davranışları, davranışlar
- διαγωνίζομαι στα τούρκικα - yarışmak, diagonizomai
- διαγωνισμός στα τούρκικα - yarışma, rakip, yarışması, Contest, yarışmasında, yarismasi
- διαδήλωση στα τούρκικα - gösteri, demo, demonstrasyon, gösterim, gösterilmesi
Τυχαίες λέξεις
Διαγωνιζόμενος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: rakip, yarışmacı, müsabık, yarışmacımız, yarışmacıya, bir yarışmacı
Μεταφράσεις: rakip, yarışmacı, müsabık, yarışmacımız, yarışmacıya, bir yarışmacı