Διαφοροποιώ στα τούρκικα

Μετάφραση: διαφοροποιώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ayırmak, farklılaştırmak, ayırt, ayrım, farklılık
Διαφοροποιώ στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαφοροποιώ

διαφοροποιώ συνώνυμο, διαφοροποιώ συνώνυμα, διαφοροποιώ στα αγγλικά, διαφοροποιώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, διαφοροποιώ στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • διαφορετικά στα τούρκικα - farklı olarak, farklı, farklı bir, farklı şekilde, da farklı
  • διαφορετικός στα τούρκικα - farklı, diğer, başka, farklı bir, değişik, çeşitli
  • διαφυγή στα τούρκικα - kaçış, escape, bir kaçış, Merdiveni, kaçma
  • διαφωνία στα τούρκικα - kavga, değişme, mücadele, tartışma, anlaşmazlık, anlaşmazlıklar, bir anlaşmazlık, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαφοροποιώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: ayırmak, farklılaştırmak, ayırt, ayrım, farklılık