Δρασκελιά στα τούρκικα

Μετάφραση: δρασκελιά, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
adım, uzun adımlarla yürümek, stride, bir adımlık mesafe, atlayarak geçmek, geçip gitmek
Δρασκελιά στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δρασκελιά

δρασκελιά λεξικό γλώσσας τούρκικα, δρασκελιά στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • δραπετεύω στα τούρκικα - firar, atlatmak, kaçmak, kaçış, escape, bir kaçış, Merdiveni, ...
  • δρασκελίζω στα τούρκικα - adım, apışıp kalmak, ata biner gibi oturma, bacakları ayırma, bacaklarını ayırarak yürümek, ata biner gibi oturmak
  • δραστήριος στα τούρκικα - aktif, enerjik, faal, etkin, aktif bir, etken, olarak aktif
  • δραστηριοποιούμαι στα τούρκικα - gayretlenmek, canlanmak, harekete geçmek
Τυχαίες λέξεις
Δρασκελιά στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: adım, uzun adımlarla yürümek, stride, bir adımlık mesafe, atlayarak geçmek, geçip gitmek