Δυσπιστία στα τούρκικα

Μετάφραση: δυσπιστία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
güvensizlik, güvensizliği, güvensizliğin, bir güvensizlik
Δυσπιστία στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δυσπιστία

δυσπιστία συνώνυμα, δυσπιστία συνώνυμο, δυσπιστία αγγλικά, δυσπιστία english, δυσπιστία ορισμός, δυσπιστία λεξικό γλώσσας τούρκικα, δυσπιστία στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • δυσνόητος στα τούρκικα - karanlık, anlaşılmaz, belirsiz, bilinmeyen, bilinmeyen bir, muğlak
  • δυσοίωνος στα τούρκικα - uğursuz, inauspicious, şanssız, uğursuzluk, uğursuz bir
  • δυστυχής στα τούρκικα - mutsuz, memnun, mutsuz bir, mutsuzdu, üzgün
  • δυστυχία στα τούρκικα - talihsizlik, kaza, sefalet, mutsuzluk, mutsuzluğun, mutsuzluğu, mutsuzluktan
Τυχαίες λέξεις
Δυσπιστία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: güvensizlik, güvensizliği, güvensizliğin, bir güvensizlik