Εγκάρδιος στα τούρκικα

Μετάφραση: εγκάρδιος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
içten, sevimli, candan, doyurucu, doyurucu bir, leziz, bol
Εγκάρδιος στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγκάρδιος

εγκάρδιος συνώνυμο, εγκάρδιος αγγλικά, εγκάρδιος συνώνυμα, εγκάρδιος λεξικό γλώσσας τούρκικα, εγκάρδιος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • εγείρομαι στα τούρκικα - artış, yükselmeye, artmaya, yükselecek, yükselme
  • εγκάθετος στα τούρκικα - dil, söz, oturmak, oturup, sit, yaslanın, yaslanarak
  • εγκέφαλος στα τούρκικα - beyni, zihin, akıl, beyin, beynin
  • εγκαθίσταμαι στα τούρκικα - yerleşmek, razı, yerine, yerleşmeye, yerine getirilmesi
Τυχαίες λέξεις
Εγκάρδιος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: içten, sevimli, candan, doyurucu, doyurucu bir, leziz, bol