Ενέργεια στα τούρκικα

Μετάφραση: ενέργεια, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
eylem, aksiyon, işlem, hareket, eylemi
Ενέργεια στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενέργεια

ενέργεια ελλάδα, ενέργεια και περιβάλλον, ενέργεια ιονισμού, ενέργεια κύματος, ενέργεια και ισχύς, ενέργεια λεξικό γλώσσας τούρκικα, ενέργεια στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ενάρετος στα τούρκικα - erdemli, erdemli bir, faziletli, dürüst
  • ενέδρα στα τούρκικα - pusu, tuzak, ambush, tuzak kurmak
  • ενήλικας στα τούρκικα - yetişkin, erişkin, yetişkin için, adult, ergin
  • ενήλικος στα τούρκικα - yetişkin, erişkin, yetişkin için, adult, ergin
Τυχαίες λέξεις
Ενέργεια στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: eylem, aksiyon, işlem, hareket, eylemi