Εξάπλωση στα τούρκικα
Μετάφραση: εξάπλωση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yayma, yayılan, yayılma, yayılmasını, yayılması
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξάπλωση
εξάπλωση των τούρκων, εξάπλωση αγγλικά, εξάπλωση των αράβων, εξάπλωση συνώνυμο, εξάπλωση χριστιανισμού, εξάπλωση λεξικό γλώσσας τούρκικα, εξάπλωση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εξάμηνο στα τούρκικα - yarı yıl, buçuk yıl, buçuk yıllık, Altı ay, buçuk yıllık bir
- εξάνθημα στα τούρκικα - kızarıklık, isilik, pişik, döküntü, döküntüsü, döküntüler
- εξάπτω στα τούρκικα - heyecanlandırmak, tahrik, excite, heyecanlandırıyor, heyecanlandıracak
- εξάρθρωση στα τούρκικα - çıkık, çıkığı, dislokasyon, dislokasyonu, kayma
Τυχαίες λέξεις
Εξάπλωση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yayma, yayılan, yayılma, yayılmasını, yayılması
Μεταφράσεις: yayma, yayılan, yayılma, yayılmasını, yayılması