Εξάπτω στα τούρκικα
Μετάφραση: εξάπτω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
heyecanlandırmak, tahrik, excite, heyecanlandırıyor, heyecanlandıracak
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξάπτω
εξάπτω συνόνυμα, εξάπτω την περιέργεια, εξάπτω τη φαντασία, εξάπτω αόριστος, εξάπτω κλιση, εξάπτω λεξικό γλώσσας τούρκικα, εξάπτω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εξάνθημα στα τούρκικα - kızarıklık, isilik, pişik, döküntü, döküntüsü, döküntüler
- εξάπλωση στα τούρκικα - yayma, yayılan, yayılma, yayılmasını, yayılması
- εξάρθρωση στα τούρκικα - çıkık, çıkığı, dislokasyon, dislokasyonu, kayma
- εξάρτημα στα τούρκικα - eleman, parça, öğe, hisse, pay, bileşen, bileşeni, ...
Τυχαίες λέξεις
Εξάπτω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: heyecanlandırmak, tahrik, excite, heyecanlandırıyor, heyecanlandıracak
Μεταφράσεις: heyecanlandırmak, tahrik, excite, heyecanlandırıyor, heyecanlandıracak