Εξάρθρωση στα τούρκικα
Μετάφραση: εξάρθρωση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çıkık, çıkığı, dislokasyon, dislokasyonu, kayma
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξάρθρωση
εξάρθρωση γνάθου, εξάρθρωση ισχίου, εξάρθρωση γονάτου, εξάρθρωση επιγονατίδας, εξάρθρωση δακτύλου, εξάρθρωση λεξικό γλώσσας τούρκικα, εξάρθρωση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εξάπλωση στα τούρκικα - yayma, yayılan, yayılma, yayılmasını, yayılması
- εξάπτω στα τούρκικα - heyecanlandırmak, tahrik, excite, heyecanlandırıyor, heyecanlandıracak
- εξάρτημα στα τούρκικα - eleman, parça, öğe, hisse, pay, bileşen, bileşeni, ...
- εξάρτηση στα τούρκικα - bağımlılık, bağımlılığı, bağlılığı, bağımlı, bağımlılığının
Τυχαίες λέξεις
Εξάρθρωση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: çıkık, çıkığı, dislokasyon, dislokasyonu, kayma
Μεταφράσεις: çıkık, çıkığı, dislokasyon, dislokasyonu, kayma