Εξευγενίζω στα τούρκικα

Μετάφραση: εξευγενίζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şehirleştirmek, kentleştirmek, kibarlaştırmak, kentleflmeye, urbanize
Εξευγενίζω στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εξευγενίζω

εξευγενίζω συνώνυμα, εξευγενίζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, εξευγενίζω στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • εξερεύνηση στα τούρκικα - arama, keşif, araştırma, exploration, eksplorasyon
  • εξετάζω στα τούρκικα - kapak, kalbur, elek, denemek, örtü, sonda, gözetlemek, ...
  • εξευμενίζω στα τούρκικα - yatıştırmak, gönlünü, propitiate, teskin, gönlünü almak
  • εξευτελίζω στα τούρκικα - alçaltmak, küçük düşürmek, demean, düşürmek, aşağılamak
Τυχαίες λέξεις
Εξευγενίζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: şehirleştirmek, kentleştirmek, kibarlaştırmak, kentleflmeye, urbanize