Εργολάβος στα τούρκικα

Μετάφραση: εργολάβος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
müteahhit, yüklenici, yüklenicisi, yüklenicinin, müteahhitlik
Εργολάβος στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εργολάβος

εργολάβος μου πρότεινε μίζα και του έσπασα τα μούτρα, εργολάβος οικοδομών, εργολάβοσ σπύροσ, εργολάβοσ κηδειών, εργολάβος θερμίδες, εργολάβος λεξικό γλώσσας τούρκικα, εργολάβος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • εργοδηγός στα τούρκικα - moruk, Gaffer, Efendin, elektrikçi, ihtiyar
  • εργοδότης στα τούρκικα - işveren, işverenin, işvereniniz
  • εργοστάσιο στα τούρκικα - fabrika, değirmen, bitki, fabrikası, Fabrikamız, fabrikada
  • ερείπια στα τούρκικα - ölü, ceset, kalıntılar, kalıntıları, harabeleri, ören, harabeler
Τυχαίες λέξεις
Εργολάβος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: müteahhit, yüklenici, yüklenicisi, yüklenicinin, müteahhitlik