Ετήσιος στα τούρκικα
Μετάφραση: ετήσιος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yıllık, yıl, faaliyet, yılda
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ετήσιος
ετήσιος πληθωρισμός 2011, ετήσιος χρόνος απασχόλησης τεχνικού ασφάλειας και ιατρού εργασίας, ετήσιος πληθωρισμός 2013, ετήσιος προγραμματισμός νηπιαγωγείου, ετήσιος πληθωρισμός 2012, ετήσιος λεξικό γλώσσας τούρκικα, ετήσιος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- εσώρουχα στα τούρκικα - iç çamaşırı, iç giyim, iç, giyim, underwear
- ετήσια στα τούρκικα - yıllık, yıl, yılda, her yıl
- εταίρα στα τούρκικα - fahişe, orospu, zevk kadını, courtesan, cariye, kortezan
- εταιρία στα τούρκικα - berk, firma, sıkı, katı, ortaklık, sert, şirket, ...
Τυχαίες λέξεις
Ετήσιος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: yıllık, yıl, faaliyet, yılda
Μεταφράσεις: yıllık, yıl, faaliyet, yılda