Θρεπτικός στα τούρκικα
Μετάφραση: θρεπτικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
besleyici, besleyici bir, besin, besleyicidir
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θρεπτικός
θρεπτικός συνώνυμο, θρεπτικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, θρεπτικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- θραύση στα τούρκικα - kırılma, kırılması, kopması, kopma, kırık
- θραύσμα στα τούρκικα - fragman, fragmanı, parça
- θρηνώ στα τούρκικα - ağlamak, yas, yasını, yas tutma, yas tutmak
- θρησκεία στα τούρκικα - din, dini, dinin, İnanç, bir din
Τυχαίες λέξεις
Θρεπτικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: besleyici, besleyici bir, besin, besleyicidir
Μεταφράσεις: besleyici, besleyici bir, besin, besleyicidir