Ιδιότροπος στα τούρκικα
Μετάφραση: ιδιότροπος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kaprisli, tuhaf ve Esprili, tuhaf, tuhaf bir, kaprisli bir
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιδιότροπος
ιδιότροπος λεξικό, ιδιότροπος συνωνυμα, ιδιότροπος in english, ιδιότροπος λεξικό γλώσσας τούρκικα, ιδιότροπος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ιδιόμορφος στα τούρκικα - acayip, tuhaf, özgü, kendine özgü, özel, has
- ιδιότητα στα τούρκικα - nitelik, özellik, mülkiyet, özelliği, Gayrimenkul, emlak
- ιδού στα τούρκικα - bak, lo, DÖÇ, ÖÇ, Ç
- ιδρυτής στα τούρκικα - kurucu, kurucusu, kurucusudur, kurucularından, kurucusu olan
Τυχαίες λέξεις
Ιδιότροπος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kaprisli, tuhaf ve Esprili, tuhaf, tuhaf bir, kaprisli bir
Μεταφράσεις: kaprisli, tuhaf ve Esprili, tuhaf, tuhaf bir, kaprisli bir