Ικανοποίηση στα τούρκικα
Μετάφραση: ικανοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tatmin, memnuniyet, memnuniyeti, memnuniyetini, tatmini
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ικανοποίηση
ικανοποίηση συνώνυμα, ικανοποίηση ασθενών, ικανοποίηση φοιτητών, ικανοποίηση εργαζομένων, ικανοποίηση από την εργασία, ικανοποίηση λεξικό γλώσσας τούρκικα, ικανοποίηση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ιθύνω στα τούρκικα - cetvel, yönetmek, yönerge, kural, ilke, vericiler, yapıcılar, ...
- ικανά στα τούρκικα - yetenekli, yeteneğine, yeteneğine sahip, yeteneğine sahiptir, kapasitesine sahip
- ικανοποιημένο στα τούρκικα - hoşnut, memnun, oylum, içerik, hacim, tatmin, memnun kaldığınızı, ...
- ικανοποιημένος στα τούρκικα - içerik, memnun, hacim, oylum, hoşnut, içeriği, İçeriğe, ...
Τυχαίες λέξεις
Ικανοποίηση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: tatmin, memnuniyet, memnuniyeti, memnuniyetini, tatmini
Μεταφράσεις: tatmin, memnuniyet, memnuniyeti, memnuniyetini, tatmini