Καπέλο στα τούρκικα
Μετάφραση: καπέλο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şapka, Hat, hattrick, şapkası, bir şapka
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καπέλο
καπέλο πειρατή, καπέλο καβουράκι, καπέλο τζόκεϊ, καπέλο ονειροκρίτης, καπέλο παναμά, καπέλο λεξικό γλώσσας τούρκικα, καπέλο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- καπάκι στα τούρκικα - kapak, şapka, kapağı, kapağını, kapaklı, kapağının
- καπάτσος στα τούρκικα - kurnaz, hilekâr, sevimli, becerikli, becerikli bir, zengin kaynaklı
- καπαρώνω στα τούρκικα - kitap, ısmarlamak, istemek, rica etmek, ayırtmak, hitap etmek
- καπατσοσύνη στα τούρκικα - girişkenlik, gumption, cesaret, pratiklik
Τυχαίες λέξεις
Καπέλο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: şapka, Hat, hattrick, şapkası, bir şapka
Μεταφράσεις: şapka, Hat, hattrick, şapkası, bir şapka