Κοινότητα στα τούρκικα
Μετάφραση: κοινότητα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
meslek, topluluk, toplum, Topluluğu, yorumu, toplumsal
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοινότητα
κοινότητα συνώνυμα, κοινότητα σαμαρίνας, κοινότητα των άμις, κοινότητα αφγανών, κοινότητα λογιστών, κοινότητα λεξικό γλώσσας τούρκικα, κοινότητα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- κοινόβιο στα τούρκικα - manastır, Priory, The Priory, FINE, manastırda
- κοινός στα τούρκικα - eklem, ortak, klişe, bayağı, park, yaygın, sizin ortak, ...
- κοινότυπος στα τούρκικα - basmakalıp, trite, bayat, basmakalıpın, basmakalıpın üzerinde
- κοινώς στα τούρκικα - çoğunlukla, yaygın, sık, yaygın olarak, genellikle
Τυχαίες λέξεις
Κοινότητα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: meslek, topluluk, toplum, Topluluğu, yorumu, toplumsal
Μεταφράσεις: meslek, topluluk, toplum, Topluluğu, yorumu, toplumsal