Λεία στα τούρκικα
Μετάφραση: λεία, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ganimet, Booty, Gelir, Seviye Ganimet, ganimeti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λεία
λεία βιτάλη, λεία σεργάκη, λεία μαλλιά, λεία τορναρίτη, λεία επιφάνεια, λεία λεξικό γλώσσας τούρκικα, λεία στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- λαϊκός στα τούρκικα - popüler, meslekten olmayan, layman, rahip olmayan kimse, meslekten, laik kimse
- λαύρα στα τούρκικα - Lavra, Miraslar
- λείος στα τούρκικα - düzleştirmek, kaygan, pürüzsüz, tekiz, düzgün, düz, yumuşak, ...
- λείψανα στα τούρκικα - ceset, ölü, kalıntılar, kalıntıları, kalır, kalıntısı, kalıntıların
Τυχαίες λέξεις
Λεία στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: ganimet, Booty, Gelir, Seviye Ganimet, ganimeti
Μεταφράσεις: ganimet, Booty, Gelir, Seviye Ganimet, ganimeti