Λιμοκτονώ στα τούρκικα

Μετάφραση: λιμοκτονώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
açlıktan ölmek, açlıktan, aç, açlık, açlıktan öldürmek
Λιμοκτονώ στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λιμοκτονώ

λιμοκτονώ συνωνυμο, λιμοκτονώ αντωνυμο, λιμοκτονώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, λιμοκτονώ στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • λιμνάζων στα τούρκικα - durgunluk, durgunluğun, durma, duraklama
  • λιμνούλα στα τούρκικα - havuz, gölet, pond, su birikintisi, birikintisi
  • λιμουζίνα στα τούρκικα - limuzin, Limousine, Sedan, limuzinle
  • λιμός στα τούρκικα - kıtlık, kılık, açlık, kıtlığın, famine, kıtlığı
Τυχαίες λέξεις
Λιμοκτονώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: açlıktan ölmek, açlıktan, aç, açlık, açlıktan öldürmek