Μερίδιο στα τούρκικα
Μετάφραση: μερίδιο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ayrılmak, bölge, daire, hisse, bölüm, kısım, ayırmak, rol, pay, parça, payı, paylaş, paylaşım
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μερίδιο
μερίδιο αγοράς, μερίδιο αγοράς κινητής τηλεφωνίας 2012, μερίδιο αγοράς κινητής τηλεφωνίας, μερίδιο των αγγέλων, μερίδιο αγοράς σταθερής τηλεφωνίας, μερίδιο λεξικό γλώσσας τούρκικα, μερίδιο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- μενεξές στα τούρκικα - menekşe, mor, violet, viyole, viole
- μερίδα στα τούρκικα - hisse, porsiyon, parça, pay, kısım, kısmı, kısmının, ...
- μεραρχία στα τούρκικα - kısım, daire, bölüm, bölünme, bölümü, Küme Bu, bölme, ...
- μεριά στα τούρκικα - yan, taraf, tarafı, tarafında, yandan
Τυχαίες λέξεις
Μερίδιο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: ayrılmak, bölge, daire, hisse, bölüm, kısım, ayırmak, rol, pay, parça, payı, paylaş, paylaşım
Μεταφράσεις: ayrılmak, bölge, daire, hisse, bölüm, kısım, ayırmak, rol, pay, parça, payı, paylaş, paylaşım