Μονάδα στα τούρκικα

Μετάφραση: μονάδα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
birlik, birim, birimi, ünitesi, ünite, cihaz
Μονάδα στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μονάδα

μονάδα τεχνητού νεφρού, μονάδα σημασιολογικού ιστού, μονάδα 731, μονάδα αναπτυξιακής παιδιατρικής του νοσοκομείου παίδων «αγλαΐα κυριακού», μονάδα ανθρώπινης εργασίας, μονάδα λεξικό γλώσσας τούρκικα, μονάδα στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • μολύνω στα τούρκικα - bulaştırmak, enfekte, bulaşabilir, bulaşan, enfekte eden
  • μομφή στα τούρκικα - sitem, suçlama, kınama, suçlamak, ayıplamak
  • μονή στα τούρκικα - manastır, abbey, Sinagog, The Abbey, Manastırı
  • μοναδικός στα τούρκικα - acayip, tek, benzersiz, eşsiz, benzersiz bir, eşsiz bir, özgün
Τυχαίες λέξεις
Μονάδα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: birlik, birim, birimi, ünitesi, ünite, cihaz