Παραγωγικότητα στα τούρκικα

Μετάφραση: παραγωγικότητα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
verimlilik, üretkenlik, verimliliği, üretkenliği, verim
Παραγωγικότητα στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παραγωγικότητα

παραγωγικότητα επιχειρησης, παραγωγικότητα και αμοιβή εργασίας, παραγωγικότητα στην εκπαίδευση, παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα, παραγωγικότητα εργασίας τυπος, παραγωγικότητα λεξικό γλώσσας τούρκικα, παραγωγικότητα στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • παραγωγή στα τούρκικα - verim, ürün, üretim, imal, kazanç, üretimi, yapım
  • παραγωγικός στα τούρκικα - verimli, üretken, üretici, üretim, verimli bir
  • παραγωγός στα τούρκικα - prodüktör, üretici, yapımcı, Üretici, üreticisi, üreticisidir, yapımcısı
  • παραδέρνω στα τούρκικα - pisi balığı, dere pisisi, pisisi, debelenmiş
Τυχαίες λέξεις
Παραγωγικότητα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: verimlilik, üretkenlik, verimliliği, üretkenliği, verim