Πολεμιστής στα τούρκικα
Μετάφραση: πολεμιστής, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
savaşçı, warrior, bir savaşçı, savaşçısı
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πολεμιστής
πολεμιστής του φωτός, πολεμιστής tattoo, σπαρτιάτης πολεμιστής, πολεμιστής στον άνεμο, ειρηνικός πολεμιστής, πολεμιστής λεξικό γλώσσας τούρκικα, πολεμιστής στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πολίτης στα τούρκικα - vatandaş, vatandaşı, yurttaş, vatandaşın, bir vatandaş
- πολεμικός στα τούρκικα - polemik, polemiği, polemiğe, tartışmalı, bir polemikten ibaret olan
- πολικός στα τούρκικα - kutupsal, kutup, polar, polar bir, kutuplu
- πολιορκία στα τούρκικα - kuşatma, Siege, kuşatması, kuşatmayı, kuşatmanın
Τυχαίες λέξεις
Πολεμιστής στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: savaşçı, warrior, bir savaşçı, savaşçısı
Μεταφράσεις: savaşçı, warrior, bir savaşçı, savaşçısı