Πολιτική στα τούρκικα
Μετάφραση: πολιτική, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
siyaset, politika, politikası, ilke, ilkesi, politikasının
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πολιτική
πολιτική δικονομία, πολιτική άνοιξη, πολιτική είναι η συντονισμένη δράση ατόμων ή κοινωνικών ομάδων με σκοπό να πετύχουν στόχους, πολιτική κηδεία, πολιτική κουζίνα, πολιτική λεξικό γλώσσας τούρκικα, πολιτική στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πολιορκία στα τούρκικα - kuşatma, Siege, kuşatması, kuşatmayı, kuşatmanın
- πολιορκώ στα τούρκικα - kuşatma, kuşatmak, beleaguer, rahat vermemek, etrafını sarmak, üstüne gelmek
- πολιτικός στα τούρκικα - politikacı, siyasi, politik, siyasal, siyaset
- πολιτισμός στα τούρκικα - medeniyeti, kültür, kültürü, Culture, kültürünün, kültürün
Τυχαίες λέξεις
Πολιτική στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: siyaset, politika, politikası, ilke, ilkesi, politikasının
Μεταφράσεις: siyaset, politika, politikası, ilke, ilkesi, politikasının