Πρήζω στα τούρκικα
Μετάφραση: πρήζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kabartmak, bloat, şişkinlik, şişirmek
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρήζω
πρήζω english, πρήζω η πριζω, πρήζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, πρήζω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πρέπων στα τούρκικα - doğru, terbiyeli, uygun, yerlikli, Proper, uygun bir, Özgün
- πρέσβης στα τούρκικα - büyükelçi, Ambassador, Büyükelçisi, elçisi, elçi
- πρήξιμο στα τούρκικα - şişme, şişlik, şişmesi, şişkinlik, şişliği
- πρίγκιπας στα τούρκικα - prens, prince, prensi, prensin, prensim
Τυχαίες λέξεις
Πρήζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kabartmak, bloat, şişkinlik, şişirmek
Μεταφράσεις: kabartmak, bloat, şişkinlik, şişirmek