Προσκτώμαι στα τούρκικα

Μετάφραση: προσκτώμαι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
prosktomai
Προσκτώμαι στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προσκτώμαι

προσκτώμαι λεξικό γλώσσας τούρκικα, προσκτώμαι στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • προσκομίζω στα τούρκικα - üretmek, yapmak, göstermek, ileri sürmek, dokümanı kanıt gösterirsin, gösteremediği, kanıt olarak ileri sürmek
  • προσκρούω στα τούρκικα - çarpışmak, kaza, çarpmak, yumru, bump, çarpmamaya, darbelerim
  • προσκυνητής στα τούρκικα - hacı, pilgrim, seyyah, hac, yolcu
  • προσκόλληση στα τούρκικα - bağlılık, yapışma, uyum, aderans, uyumu
Τυχαίες λέξεις
Προσκτώμαι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: prosktomai