Στραπατσάρισμα στα τούρκικα

Μετάφραση: στραπατσάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
göçük, dent, çentik, göçmek, çökme
Στραπατσάρισμα στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στραπατσάρισμα

στραπατσάρισμα λεξικό γλώσσας τούρκικα, στραπατσάρισμα στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • στραγγαλίζω στα τούρκικα - boğmak, boğulmak, tıkamak, boğarak idam, garrotte, boğarak idam etmek, boğazını sıkarak öldürmek, ...
  • στραμπουλίζω στα τούρκικα - ezgi, melodi, soy, burkulma, burkulması, bir burkulma, sprain, ...
  • στρατάρχης στα τούρκικα - alan, alanı, saha, alanında, arazi
  • στρατήγημα στα τούρκικα - kurnazlık, stratagem, savaş hilesi
Τυχαίες λέξεις
Στραπατσάρισμα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: göçük, dent, çentik, göçmek, çökme