Στόλος στα τούρκικα
Μετάφραση: στόλος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
donanma, filo, Fleet, filosu, filosunun, donanması
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στόλος
στόλος κυκλοφορούντων οχημάτων 2012, στόλος ολυμπιακής, στόλος ο πολεμικός, στόλος οασθ, στόλος οασθ 2014, στόλος λεξικό γλώσσας τούρκικα, στόλος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- στυφότητα στα τούρκικα - astringency, yakıcı olma hali, yakıcı olma
- στόκος στα τούρκικα - macun, putty, macunu, mastik, macunlu
- στόμα στα τούρκικα - ağız, ağzı, ağzını, ağzına
- στόμιο στα τούρκικα - ağız, delik, ağzı, ağzını, ağzına
Τυχαίες λέξεις
Στόλος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: donanma, filo, Fleet, filosu, filosunun, donanması
Μεταφράσεις: donanma, filo, Fleet, filosu, filosunun, donanması