Συνοφρυώνομαι στα τούρκικα
Μετάφραση: συνοφρυώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kaşlarını çatmak, kaşlarını, kaş çatma, kaş çatışı, hoşgörmemek
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνοφρυώνομαι
συνοφρυώνομαι λεξικο, συνοφρυώνομαι τι σημαινει, συνοφρυώνομαι λεξικό γλώσσας τούρκικα, συνοφρυώνομαι στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- συνορεύω στα τούρκικα - dayanmak, abut, dayanacak, dayandığı, bitişik olmak
- συνουσία στα τούρκικα - ilişki, cinsel, cinsel ilişki, birleşme, ilişkide
- συνοχή στα τούρκικα - bağlılık, birleşme, uyum, kohezyon, bağıntısı
- συνοψίζω στα τούρκικα - çizelgeye geçirmek, tablolaştırıyoruz, çizelgeye, tabulate, çizelgelemek
Τυχαίες λέξεις
Συνοφρυώνομαι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kaşlarını çatmak, kaşlarını, kaş çatma, kaş çatışı, hoşgörmemek
Μεταφράσεις: kaşlarını çatmak, kaşlarını, kaş çatma, kaş çatışı, hoşgörmemek