Σχετικός στα τούρκικα

Μετάφραση: σχετικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bağıl, göreceli, göreli, nispi, ilgili
Σχετικός στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σχετικός

σχετικόσ υπερθετικόσ, σχετικός και απόλυτος υπερθετικός, σχετικός υπερθετικός βαθμός, σχετικός βαθμός ρευστότητας του ενεργητικού σε σχέση με το παθητικό, σχετικός λόγος πιθανοτήτων, σχετικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, σχετικός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • σχετίζομαι στα τούρκικα - ilgili, ilgilidir, ilişkili, ilişki, ile ilgilidir
  • σχετικά στα τούρκικα - hakkında, yaklaşık, ilgili, ile ilgili, hakkında daha
  • σχηματίζω στα τούρκικα - kalıp, biçim, tarz, şekil, usul, moda, küf, ...
  • σχηματισμός στα τούρκικα - oluşum, formasyon, oluşumu, formasyonu, oluşturma
Τυχαίες λέξεις
Σχετικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: bağıl, göreceli, göreli, nispi, ilgili