Ταράζω στα τούρκικα
Μετάφραση: ταράζω, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çalkalamak, ajite, kışkırtmak, tahrik etmek, sallamak
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ταράζω
ταράζω τα νερά στα αγγλικά, ταράζω τα νερά, ταράζω συνωνυμα, ταράζω λεξικό γλώσσας τούρκικα, ταράζω στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- ταπεινώνω στα τούρκικα - alçaltmak, indirmek, inmek, utandırmak, kangren, mortify, incitmek, ...
- ταπετσαρία στα τούρκικα - duvar kağıdı, wallpaper, duvar, resmi, kağıdı
- ταράσσομαι στα τούρκικα - ürkmek, çekinme, WinCE, ürkme
- ταράτσα στα τούρκικα - çatı, dam, taraça, teras, Terrace, terası, bir teras
Τυχαίες λέξεις
Ταράζω στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: çalkalamak, ajite, kışkırtmak, tahrik etmek, sallamak
Μεταφράσεις: çalkalamak, ajite, kışkırtmak, tahrik etmek, sallamak