Τετριμμένος στα τούρκικα

Μετάφραση: τετριμμένος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dükkânda eskimiş, shopworn, dükkânda bayatlamış, satılmadan eskiyen
Τετριμμένος στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τετριμμένος

τετριμμένος λεξικο, τετριμμένος translate, τετριμμένος ετυμολογια, τετριμμένος συνώνυμο, τετριμμένος αγγλικα, τετριμμένος λεξικό γλώσσας τούρκικα, τετριμμένος στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • τετραπλασιάζω στα τούρκικα - dörtlü, dört Kişilik, dört, dört Kişilik Dört, dört kişilik bir
  • τετραπλός στα τούρκικα - dörtlemek, dört kat, dört misli, dört kopye, dört nüsha
  • τεφροειδής στα τούρκικα - tefroeidis
  • τεφρώδης στα τούρκικα - küllü, kül, ashy, bir kül, kül gibi
Τυχαίες λέξεις
Τετριμμένος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: dükkânda eskimiş, shopworn, dükkânda bayatlamış, satılmadan eskiyen