Τρυφερότητα στα τούρκικα

Μετάφραση: τρυφερότητα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hassaslık, hassasiyet, hassasiyeti, duyarlılık, şefkat
Τρυφερότητα στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρυφερότητα

τρυφερότητα ποίηση, τρυφερότητα συνωνυμα, τρυφερότητα ταινία, τρυφερότητα κρέατος, τρυφερότητα συνώνυμο, τρυφερότητα λεξικό γλώσσας τούρκικα, τρυφερότητα στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • τρυπώ στα τούρκικα - musluk, dokunun, kademe, öğesine dokunun, Tap
  • τρυφερός στα τούρκικα - cılız, müşfik, teklif, ince, zayıf, hassas, seven, ...
  • τρωκτικό στα τούρκικα - kemirgen, rodent, kemirici, bir kemirgen
  • τρόμος στα τούρκικα - korku, titreme, tremor, tremora, tremoru, sarsıntı
Τυχαίες λέξεις
Τρυφερότητα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: hassaslık, hassasiyet, hassasiyeti, duyarlılık, şefkat