Υποκινώ στα τούρκικα
Μετάφραση: υποκινώ, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
özendirmek, abet, suç ortaklığı, yataklık, suç ortaklığı yapmak
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποκινώ
υποκινώ λεξικό, υποκινώ συνώνυμο, υποκινώ λεξικό γλώσσας τούρκικα, υποκινώ στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- υποκειμενικότητα στα τούρκικα - öznellik, öznelliği, öznelliğin, öznelliğinin, bir öznellik
- υποκινητής στα τούρκικα - hareket ettirici, taşıyıcı, Mover, hamle, hareket ettiren
- υποκοριστικός στα τούρκικα - minicik, ypokoristikos
- υποκρισία στα τούρκικα - iki yüzlülük, ikiyüzlülük, ikiyüzlülüğü, hypocrisy, ikiyüzlülüktür
Τυχαίες λέξεις
Υποκινώ στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: özendirmek, abet, suç ortaklığı, yataklık, suç ortaklığı yapmak
Μεταφράσεις: özendirmek, abet, suç ortaklığı, yataklık, suç ortaklığı yapmak