Όρθιος στα τούρκικα
Μετάφραση: όρθιος, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dikey, dik, dürüst, dik bir, dikine, ayakta
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: όρθιος
όρθιος αργαλειός, κάθομαι όρθιος, όρθιος άνθρωπος, όρθιος διαδηλωτής, όρθιοσ και μόνοσ σαν και πρώτα περιμένω, όρθιος λεξικό γλώσσας τούρκικα, όρθιος στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- όργιο στα τούρκικα - sefahat, kargaşalık, alem, orgy, Seks, seks partisi, furyası
- όρεξη στα τούρκικα - arzu, iştah, istek, iştahı, iştahının, bir iştah, iştahsızlık
- όριο στα τούρκικα - sınır, limit, sınırı, limiti, sınırlama
- όρκος στα τούρκικα - kasam, ant, yemin, yemini, oath, yemindir
Τυχαίες λέξεις
Όρθιος στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: dikey, dik, dürüst, dik bir, dikine, ayakta
Μεταφράσεις: dikey, dik, dürüst, dik bir, dikine, ayakta