Αδύναμος στα τσεχικά

Μετάφραση: αδύναμος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
slabý, chabý, útlý, chatrný, lámavý, bezmocný, mdlý, křehký, ochablý, slabé, slabá, nedostačující, slabí
Αδύναμος στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδύναμος

αδύναμος βικιλεξικο, αδύναμος συνώνυμα, αδύνατος τύπος προσωπικής αντωνυμίας, αδύναμος οργανισμός, αδύναμος χαρακτήρας, αδύναμος λεξικό γλώσσας τσεχικά, αδύναμος στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • αδυναμία στα τσεχικά - křehkost, slabost, chabost, chyba, slabinou, slabosti, slabina, ...
  • αδυνατίζω στα τσεχικά - tenký, mizivý, snížit, štíhlý, zhubnout, útlý, hubený, ...
  • αδύνατον στα τσεχικά - nemožný, nemožné, možné, nelze
  • αδύνατος στα τσεχικά - drobný, neduživý, maličký, slabý, slabé, slabá, nedostačující, ...
Τυχαίες λέξεις
Αδύναμος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: slabý, chabý, útlý, chatrný, lámavý, bezmocný, mdlý, křehký, ochablý, slabé, slabá, nedostačující, slabí