Ανεξαρτησία στα τσεχικά
Μετάφραση: ανεξαρτησία, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
nezávislost, samostatnost, nezávislosti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανεξαρτησία
ανεξαρτησία ινδίας, ανεξαρτησία σερβίας, ανεξαρτησία δικαιοσύνης, ανεξαρτησία βενετίας, ανεξαρτησία σκωτίας, ανεξαρτησία λεξικό γλώσσας τσεχικά, ανεξαρτησία στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- ανεμώδης στα τσεχικά - mnohomluvný, větrný, větrno, Windy, větrné, větrná
- ανεξάρτητος στα τσεχικά - autonomní, svobodný, samostatný, nezávislý, nezávislé, nezávislá, nezávislou, ...
- ανεπάρκεια στα τσεχικά - nedostatek, nedostatečnost, insuficience, nedostatečnosti, nedostatečností
- ανεπίσημος στα τσεχικά - náhodný, nahodilý, nenucený, občasný, všední, příležitostný, pohodlný, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανεξαρτησία στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: nezávislost, samostatnost, nezávislosti
Μεταφράσεις: nezávislost, samostatnost, nezávislosti