Ανοσία στα τσεχικά

Μετάφραση: ανοσία, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
chráněnost, bezpečnost, nedotknutelnost, odolnost, imunita, imunity, imunitu, odolnosti
Ανοσία στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανοσία

ανοσία στο τοξόπλασμα, ανοσία ορισμός, ανοσία συνώνυμο, ανοσία ppt, ανοσία λεξικο, ανοσία λεξικό γλώσσας τσεχικά, ανοσία στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ανοξείδωτος στα τσεχικά - nerezavějící, nerez, nerezová, nerezové, z nerezové
  • ανοράκ στα τσεχικά - bunda, bundy, větrovky, větrovek, větrovky a bundy, nepromokavé bundy
  • ανοχή στα τσεχικά - snášenlivost, odolnost, tolerance, shovívavost, toleranci, odchylka, tolerancí, ...
  • ανούσιος στα τσεχικά - mdlý, fádní, nudný, nechutný, nechutné, mdlá, pochybný, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανοσία στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: chráněnost, bezpečnost, nedotknutelnost, odolnost, imunita, imunity, imunitu, odolnosti