Αντιδρώ στα τσεχικά
Μετάφραση: αντιδρώ, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
reagovat, reagují, zareagovat, reakci, reakce
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντιδρώ
αντιδρώ συνώνυμα, αντιδρώ συνώνυμο, αντιδρώ λεξικό γλώσσας τσεχικά, αντιδρώ στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- αντιδιαστολή στα τσεχικά - přirovnání, juxtapozice, rozlišování
- αντιδραστήρας στα τσεχικά - reaktor, reaktoru, v reaktoru, reaktorem, reaktorů
- αντιζηλία στα τσεχικά - soupeření, rivalita, rivalství, rivality, rivalitu
- αντιθετικός στα τσεχικά - protichůdný, antitetický, protikladný, protikladné
Τυχαίες λέξεις
Αντιδρώ στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: reagovat, reagují, zareagovat, reakci, reakce
Μεταφράσεις: reagovat, reagují, zareagovat, reakci, reakce