Αποβλακώνω στα τσεχικά
Μετάφραση: αποβλακώνω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zesměšnit, zmařit, blamovat, omámit, ohromit, omráčit, ohloupit, otupit, zmást
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποβλακώνω
αποβλακώνω λεξικό γλώσσας τσεχικά, αποβλακώνω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- αποβλάκωση στα τσεχικά - ustrnutí, ohromení, úžas, stavy omámenosti
- αποβλέπω στα τσεχικά - cílit, zamířit, cíl, záměr, aspirovat, namířit, zaměřit, ...
- αποβολή στα τσεχικά - vypuzení, nezdar, vyhnání, vykázání, potrat, neúspěch, vypovězení, ...
- απογοήτευση στα τσεχικά - vystřízlivění, rozčarování, zklamání, deziluze, hřišti, zklamáním
Τυχαίες λέξεις
Αποβλακώνω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zesměšnit, zmařit, blamovat, omámit, ohromit, omráčit, ohloupit, otupit, zmást
Μεταφράσεις: zesměšnit, zmařit, blamovat, omámit, ohromit, omráčit, ohloupit, otupit, zmást