Αποδεκατίζω στα τσεχικά
Μετάφραση: αποδεκατίζω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
ničit, zničit, decimovat, zdecimovat, zdecimuje, decimují, decimuje
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποδεκατίζω
αποδεκατίζω ετυμολογία, αποδεκατίζω σημασια, αποδεκατίζω συνώνυμα, αποδεκατίζω λεξικό γλώσσας τσεχικά, αποδεκατίζω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- αποδείξεις στα τσεχικά - svědectví, důkaz, evidence, doklad, důkazy, důkazů
- αποδεικνύω στα τσεχικά - projevit, demonstrovat, ukázat, dokázat, prokázat, znázornit, vyzkoušet, ...
- αποδεκτός στα τσεχικά - povolený, přípustný, dovolený, přijatelný, přípustná, přípustné, přípustnou, ...
- αποδεσμεύω στα τσεχικά - uvolnit, vyprostit z pout, zbavit okovů
Τυχαίες λέξεις
Αποδεκατίζω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: ničit, zničit, decimovat, zdecimovat, zdecimuje, decimují, decimuje
Μεταφράσεις: ničit, zničit, decimovat, zdecimovat, zdecimuje, decimují, decimuje