Βιομηχανικός στα τσεχικά
Μετάφραση: βιομηχανικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
průmyslový, průmyslové, průmyslová, průmyslových, průmyslového
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βιομηχανικός
βιομηχανικός εργάτης, βιομηχανικός εξοπλισμός, βιομηχανικός μελανισμός, βιομηχανικός φωτισμός, βιομηχανικός σχεδιασμός σύρος, βιομηχανικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, βιομηχανικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- βιομήχανος στα τσεχικά - průmyslník, průmyslníka, průmyslníkem, továrník
- βιομηχανία στα τσεχικά - průmysl, průmyslu, odvětví, výrobní odvětví, píle
- βιρτουόζος στα τσεχικά - virtuózní, virtuos, virtuóz, virtuoz, virtuózním
- βιόλα στα τσεχικά - viola, violu, violy, na violu, viol
Τυχαίες λέξεις
Βιομηχανικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: průmyslový, průmyslové, průmyslová, průmyslových, průmyslového
Μεταφράσεις: průmyslový, průmyslové, průmyslová, průmyslových, průmyslového