Εισβολέας στα τσεχικά
Μετάφραση: εισβολέας, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
lupič, vetřelec, okupant, nájezdník, zloděj, útočník, útočníkovi, útočníka
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εισβολέας
εισβολέας - η μπουμπού του fb, εισβολέας - σε πίνω λίγο λίγο, εισβολέας - eversor το κουτόχορτο στιχοι, εισβολέας & eversor - καμικάζι, εισβολέας - τα παιδικά μου χρόνια, εισβολέας λεξικό γλώσσας τσεχικά, εισβολέας στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- εισαγωγικός στα τσεχικά - úvodní, předběžný, přípravný, uvozovací, návětí, uvozující, se úvodní
- εισβάλλω στα τσεχικά - vtrhnout, napadnout, přepadnout, vpadnout, invazi, invazi do, napadnou
- εισβολή στα τσεχικά - nájezd, záchvat, vpád, invaze, invazi, invaze do, invazí
- εισιτήριο στα τσεχικά - jízdenka, oznámení, vstupenka, cedulka, cedule, lístek, letenka, ...
Τυχαίες λέξεις
Εισβολέας στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: lupič, vetřelec, okupant, nájezdník, zloděj, útočník, útočníkovi, útočníka
Μεταφράσεις: lupič, vetřelec, okupant, nájezdník, zloděj, útočník, útočníkovi, útočníka